«Η Σινδόνη του Τορίνο και το Σουδάριο του Οβιέδο είναι σχεδόν βέβαιο ότι κάλυπταν το ίδιο νεκρό σώμα»
Αυτό είναι το συμπέρασμα από την έρευνα που έχει σχέση με τα δύο κειμήλια όπου τα αποτελέσματα προέκυψαν με τη χρησιμοποίηση των τεχνικών της εγκληματολογίας και της γεωμετρίας.
Η έρευνα έγινε από τον Δρ Juan Manuel Miñarro (Μανουέλ Μινάρο), καθηγητή γλυπτικής στο Πανεπιστήμιο της Σεβίλλης, ως μέρος μιας εργασίας, που χρηματοδοτήθηκε από το Ισπανικό Κέντρο για την Ιερά Σινδόνη [Centro Español de Sindonología (CES)] της Βαλένθια.
Η μελέτη που διεξήχθη, υποστηρίζει ότι: τα δύο υφάσματα προέρχονται από το ίδιο ιστορικό πρόσωπο, το οποίο, σύμφωνα με αυτήν την παράδοση, ήταν ο Ιησούς της Ναζαρέτ.
Η Σινδόνη του Τορίνο ήταν το λινό ύφασμα που κάλυψε το σώμα του Ιησού, όταν τοποθετήθηκε στον τάφο, ενώ η Σουδάριο ήταν το ύφασμα που χρησιμοποιήθηκε για να καλύψει το πρόσωπό Του στο σταυρό μετά το θάνατό Του.
Και τα δύο αυτά υφάσματα περιγράφονται από τον Ιωάννη στο Ευαγγέλιο.
[Κατά Ιωάννη κεφ. 20:7] «Και το σουδάριον, το οποίον ήτο επί της κεφαλής αυτού, κείμενον ουχί ομού με τα σάβανα, αλλά χωριστά τετυλιγμένον εις ένα τόπον.»
Ο Δρ. Miñarro εξήγησε:
«Η μελέτη από μόνη της, δεν αποδεικνύει ότι το πρόσωπο αυτό ήταν ο Ιησούς Χριστός, όμως απ’ όλη τη διαδικασία αποδεικνύεται ότι η Σινδόνη του Τορίνο και το Σουδάριο τύλιγαν το ίδιο σώμα.»
Κηλίδες Αίματος
Η έρευνα έδειξε μια σειρά από συσχετίσεις μεταξύ των δύο λειψάνων.
Στην πραγματικότητα αυτές οι συσχετίσεις υπερβαίνουν κατά πολύ τον ελάχιστο αριθμό των πιστοποιητικών ή σημαντικών σημείων που απαιτούνται. Επί παραδείγματι, από τα περισσότερα δικαστικά συστήματα σε όλο τον κόσμο, απαιτούνται 8-12 στοιχεία για τον εντοπισμό ενός ατόμου. Η συγκεκριμένη μελέτη, έχει περισσότερες από 20 αποδείξεις.
Συγκεκριμένα, η έρευνα έχει ανακαλύψει πολύ σημαντικές συμπτώσεις στα κύρια μορφολογικά χαρακτηριστικά ―τον τύπο, το μέγεθος και τις αποστάσεις των σημάνσεων ή τον αριθμό και την κατανομή των κηλίδων του αίματος. Επίσης τα μοναδικά σημάδια από μερικές από τις πληγές ή οι παραμορφωμένες επιφάνειες, συμπίπτουν ακριβώς και στα δύο υφάσματα.
Υπάρχουν σημεία που καταδεικνύουν τη συμβατότητα μεταξύ των δύο υφασμάτων, στην περιοχή του μετώπου ή όπου υπάρχουν υπολείμματα αίματος, καθώς επίσης και στο πίσω μέρος της μύτης, στα δεξιά του ζυγωματικού οστού και στο πηγούνι, όπου εμφανίζονται διαφορετικές πληγές.
Όσον αφορά τις κηλίδες αίματος, ο Miñarro (Μινάρο) εξήγησε ότι τα σημάδια που βρέθηκαν στα δύο υφάσματα έχουν μορφολογικές διαφορές, αλλά αυτό που φαίνεται αδιαμφισβήτητο είναι ότι οι πηγές, και τα σημεία από τα οποία το αίμα άρχισε να ρέει, ανταποκρίνεται απόλυτα.
Οι παραλλαγές θα μπορούσαν να εξηγηθούν από το γεγονός ότι η επαφή του δέρματος με τα υφάσματα ήταν διαφορετική και ανάλογη με τη διάρκεια, την τοποθέτηση και την ένταση της επαφής της κεφαλής με κάθε ένα από τα δύο αυτά υφάσματα, καθώς και από την ελαστικότητα της ύφανσης του κάθε λινού.
Σύμφωνα με τον Jorge Manuel Rodríguez, πρόεδρο της CES, οι συμπτώσεις έχει αποδειχθεί ότι είναι τέτοιες, που είναι πλέον πολύ δύσκολο να σκεφτεί κανείς ότι τα δύο υφάσματα προήλθαν από δύο διαφορετικούς ανθρώπους.
Υπό το φως αυτής της έρευνας ο Jorge Manuel Rodríguez είπε, ότι έχουμε φτάσει πλέον σε ένα σημείο όπου φαίνεται παράλογο να θεωρείται τυχαίο, το γεγονός ότι: όλες οι πληγές, οι κακώσεις και τα οιδήματα συμπίπτουν και στα δύο υφάσματα.
Η λογική μας οδηγεί να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι μιλάμε ακριβώς για το ίδιο πρόσωπο.